Ο αλκοολισμός είναι μια χρόνια νόσος που χαρακτηρίζεται από την ανεξέλεγκτη κατανάλωση αλκοόλ παρά τις αρνητικές συνέπειες στην υγεία και την καθημερινότητα. Αποτελεί μια σοβαρή εξάρτηση που επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.
Τα συμπτώματα του αλκοολισμού περιλαμβάνουν:
Η εξάρτηση αναπτύσσεται σταδιακά, ξεκινώντας από την περιστασιακή κατανάλωση, προχωρώντας στη συνηθισμένη χρήση και καταλήγοντας στην πλήρη εξάρτηση που απαιτεί ιατρική παρέμβαση.
Ο αλκοολισμός αναπτύσσεται από το συνδυασμό πολλαπλών παραγόντων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς άτομα με οικογενειακό ιστορικό αλκοολισμού έχουν υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης εξάρτησης.
Το κοινωνικό περιβάλλον, το άγχος, η κατάθλιψη και τραυματικές εμπειρίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη αλκοολικών συμπεριφορών. Επαγγελματικές πιέσεις και κοινωνική αποδοχή της κατανάλωσης αλκοόλ αυξάνουν επιπλέον τον κίνδυνο εξάρτησης.
Στην Ελλάδα διατίθενται τρία κύρια φάρμακα για τη θεραπεία του αλκοολισμού, τα οποία έχουν εγκριθεί από τον ΕΟΦ και συνταγογραφούνται από ειδικούς γιατρούς. Η ναλτρεξόνη (Revia, Vivitrol) δρα ως ανταγωνιστής των οπιοειδών υποδοχέων, μειώνοντας την ευχαρίστηση από την κατανάλωση αλκοόλ. Χορηγείται σε δόση 50mg ημερησίως per os ή ως μηνιαία ένεση 380mg.
Η ακαμπροσάτη (Campral) σταθεροποιεί τη νευροχημική ισορροπία και μειώνει την επιθυμία για αλκοόλ. Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 666mg τρεις φορές ημερησίως. Η δισουλφιράμη (Antabuse) προκαλεί δυσάρεστες αντιδράσεις όταν συνδυάζεται με αλκοόλ, λειτουργώντας ως αποτρεπτικό μέσο. Χορηγείται σε δόση 250-500mg ημερησίως υπό στενή ιατρική παρακολούθηση.
Η χρόνια κατανάλωση αλκοόλ προκαλεί σημαντικές ελλείψεις σε βιταμίνες και μέταλλα, καθιστώντας τη συμπληρωματική θεραπεία αναγκαία για την αποκατάσταση της υγείας. Το σύμπλεγμα βιταμινών Β είναι ιδιαίτερα σημαντικό, με τη θειαμίνη (Β1) να παίζει κρίσιμο ρόλο στην πρόληψη νευρολογικών επιπλοκών όπως η εγκεφαλοπάθεια Wernicke.
Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην αποκατάσταση της εντερικής χλωρίδας, ενώ τα ηπατοπροστατευτικά συμπληρώματα με σιλυμαρίνη υποστηρίζουν τη λειτουργία του ήπατος.
Το στερητικό σύνδρομο από το αλκοόλ μπορεί να εκδηλωθεί με ποικίλα συμπτώματα που κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά. Τα πρώιμα συμπτώματα περιλαμβάνουν τρόμο των χεριών, εφίδρωση, άγχος, ναυτία και αϋπνία. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστούν επιληπτικές κρίσεις, παραισθήσεις και το delirium tremens, το οποίο αποτελεί ιατρική επείγουσα κατάσταση που απαιτεί άμεση νοσοκομειακή περίθαλψη.
Τα φάρμακα της οικογένειας των βενζοδιαζεπινών αποτελούν τη θεραπεία πρώτης επιλογής για τη διαχείριση του αλκοολικού στερητικού συνδρόμου. Το διαζεπάμ και η λοραζεπάμ χρησιμοποιούνται συχνότερα λόγω της αποτελεσματικότητάς τους στον έλεγχο του άγχους, του τρόμου και στην πρόληψη επιληπτικών κρίσεων. Η δοσολογία προσαρμόζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και την κλινική εικόνα του ασθενή.
Η κατάθλιψη συχνά συνοδεύει τον αλκοολισμό και μπορεί να παραμείνει ή να επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της απόσυρσης. Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) όπως η παροξετίνη και η σιταλοπράμη χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Η έναρξη της αντικαταθλιπτικής αγωγής πραγματοποιείται συνήθως μετά την αρχική σταθεροποίηση των συμπτωμάτων απόσυρσης.
Τα γαστρεντερικά συμπτώματα είναι κοινά κατά την απόσυρση του αλκοόλ. Αντιεμετικά φάρμακα όπως η μετοκλοπραμίδη και η ονδανσετρόνη μπορούν να παρέχουν ανακούφιση από τη ναυτία και τον εμετό. Προβιοτικά και φάρμακα για την προστασία του γαστρεντερικού συστήματος μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν για τη διαχείριση των πεπτικών διαταραχών.
Η διόρθωση των ηλεκτρολυτικών διαταραχών και της αφυδάτωσης είναι κρίσιμη για την ασφαλή διαχείριση της απόσυρσης. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στα επίπεδα μαγνησίου, καλίου και νατρίου. Επιπλέον, η χορήγηση βιταμινών του συμπλέγματος Β, ιδιαίτερα της θειαμίνης, είναι απαραίτητη για την πρόληψη νευρολογικών επιπλοκών όπως η εγκεφαλοπάθεια Wernicke.
Η οικογενειακή υποστήριξη αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα για την επιτυχή αντιμετώπιση του αλκοολισμού. Η εκπαίδευση των μελών της οικογένειας σχετικά με τη φύση της εθιστικής διαταραχής και τον τρόπο παροχής κατάλληλης υποστήριξης είναι ουσιώδης. Η οικογένεια μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος και στην αποφυγή καταστάσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε υποτροπή.
Η ψυχοθεραπεία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της θεραπευτικής προσέγγισης του αλκοολισμού. Η γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεραπεία βοηθά τους ασθενείς να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισης και να αλλάξουν καταστροφικά πρότυπα σκέψης. Άλλες αποτελεσματικές μεθόδους περιλαμβάνουν τη θεραπεία κινητοποίησης, την ομάδα θεραπείας και την οικογενειακή θεραπεία.
Οι ομάδες αυτοβοήθειας παρέχουν σημαντική υποστήριξη μέσω της αλληλεπίδρασης με άτομα που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Στην Ελλάδα λειτουργούν πολλές τέτοιες ομάδες που ακολουθούν το πρόγραμμα των 12 βημάτων ή άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Η συμμετοχή σε αυτές τις κοινότητες συμβάλλει στη διατήρηση της αποχής και στην ανάπτυξη νέων κοινωνικών δεξιοτήτων.
Η διατροφική αποκατάσταση είναι κρίσιμη για την ανάρρωση από τον αλκοολισμό. Η μεσογειακή διατροφή, πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, ψάρι και ελαιόλαδο, συνιστάται ιδιαίτερα. Σημαντικές διατροφικές συστάσεις περιλαμβάνουν:
Η συστηματική παρακολούθηση και επανεκτίμηση αποτελεί βασικό στοιχείο της μακροπρόθεσμης φροντίδας. Περιλαμβάνει τακτικές ιατρικές εξετάσεις, αξιολόγηση της ψυχικής υγείας και παρακολούθηση πιθανών υποτροπών. Οι δείκτες ηπατικής λειτουργίας, η αιματολογική εικόνα και οι βιταμίνες πρέπει να ελέγχονται περιοδικά. Η έγκαιρη αναγνώριση προειδοποιητικών σημαδιών και η προσαρμογή του θεραπευτικού σχήματος είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της σωφροσύνης και την πρόληψη επιπλοκών.